Πώς οι VW, Audi, Mercedes και Porsche μπορούν να ανακάμψουν απέναντι στον κινεζικό ανταγωνισμό, τους δασμούς Τραμπ και την υποτονική ζήτηση για ηλεκτρικά;
Οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν μια κρίση χωρίς προηγούμενο, καθώς βρίσκονται αντιμέτωπες με τον ανερχόμενο ανταγωνισμό από την Κίνα, την επιστροφή των δασμών από τον Donald Trump και τη μειωμένη ζήτηση για ηλεκτρικά αυτοκίνητα στην Ευρώπη.
Η Mercedes αναγκάστηκε να αποσύρει την ετήσια πρόβλεψή της επικαλούμενη την αβεβαιότητα από τους νέους δασμούς στις ΗΠΑ. Η Porsche μείωσε τις προσδοκίες για τα κέρδη της λόγω πτώσης περιθωρίων, ενώ η Audi προχωρά σε περικοπή 7.500 θέσεων εργασίας στα γερμανικά εργοστάσια έως το 2029, στο πλαίσιο σχεδίου εξοικονόμησης 1 δισ. ευρώ. Η Volkswagen έχει ήδη ανακοινώσει περικοπές 35.000 θέσεων ως το 2030.
Σύμφωνα με τον Pedro Pacheco της Gartner, το βασικό πρόβλημα των γερμανών κατασκευαστών είναι η ίδια η επιτυχία τους στο παρελθόν. Η τεχνογνωσία τους στους θερμικούς κινητήρες και η παγκόσμια αναγνώριση των premium μοντέλων τους έχει δυσκολέψει τη μετάβαση σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούν η εξηλεκτρισμένη κινητικότητα και οι λύσεις λογισμικού.
Η Κίνα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Εκεί, οι Mercedes, BMW, Audi και Porsche θεωρούνται πλέον μέσου επιπέδου όσον αφορά στον εξηλεκτρισμό και την τεχνολογία, δίνοντας έδαφος σε ταχύτερους και πιο καινοτόμους εγχώριους παίκτες. Οι πωλήσεις στο πρώτο τρίμηνο δείχνουν την πίεση: -42% για την Porsche, -17% για τη BMW, -9,5% για τη Mercedes και -7% για την Audi.
Η Xiaomi, για παράδειγμα, παρουσίασε το SU7 Ultra με 1.548 ίππους σε τιμή εκκίνησης περίπου 73.600 ευρώ στην Κίνα, σχεδόν το μισό από το κόστος μιας βασικής Porsche 911, προσφέροντας επιδόσεις και τεχνολογία σε τιμή που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί.
Παράλληλα, οι κινεζικές φίρμες απολαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις που, σύμφωνα με την PwC, τους προσφέρουν πλεονέκτημα κόστους έως και 20% σε σύγκριση με μη κινεζικούς κατασκευαστές.
Οι δασμοί Τραμπ (25% από τον Απρίλιο) προσθέτουν ακόμη μια στρώση πίεσης, αν και, όπως εκτιμά ο Ferdinand Dudenhöffer του Center Automotive Research, πρόκειται για παροδικό εμπόδιο. «Σε ένα-δύο χρόνια αυτοί οι εμπορικοί πόλεμοι θα είναι παρελθόν», δηλώνει.
Η αβεβαιότητα επιτείνεται από την πτώση της ζήτησης για ηλεκτρικά στην Ευρώπη: οι πωλήσεις EV στη Γερμανία μειώθηκαν κατά 27% το 2024, φτάνοντας μόλις τις 381.722 ταξινομήσεις.
Η απάντηση, σύμφωνα με τους ειδικούς, βρίσκεται στην προσαρμογή. Ο Dudenhöffer προτείνει ενίσχυση των συνεργασιών με την Κίνα και μεταφορά τεχνογνωσίας εκεί όπου αυτή εξελίσσεται πραγματικά. Η στρατηγική «In China, for China» της Volkswagen, με τις συνεργασίες με τις SAIC και FAW, δείχνει τον δρόμο. Όπως επισημαίνει, δεν έχει νόημα να επιδοτείται στην Ευρώπη μια εταιρεία όπως η Northvolt όταν δεν μπορεί να ανταγωνιστεί κολοσσούς όπως η CATL.
Για την ανάκαμψη, οι γερμανικές φίρμες καλούνται να σπάσουν το παραδοσιακό επιχειρηματικό τους μοντέλο. Ο εξηλεκτρισμός και το λογισμικό πρέπει να αποτελέσουν πυλώνες στρατηγικής, χωρίς όμως να θυσιάζεται το επίπεδο τιμής — διότι, όπως σημειώνει ο Pacheco, δεν αρκεί η απόδοση του προϊόντος, αλλά και το πόσο κοστίζει η απόδοση αυτή.
Ουσιαστικά, οι γερμανικές μάρκες πρέπει να συνδυάσουν το «καλύτερο των δύο κόσμων»: την ευρωπαϊκή ποιότητα με την κινεζική ταχύτητα και τεχνολογική ευελιξία. Αν δεν υπερασπιστούν τη θέση τους στην Κίνα τώρα, δύσκολα θα βρουν αντίστοιχη δυναμική αλλού.